Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2010

Στο πλοίο




Σ' ένα παγκάκι ξέφρενα αλατισμένο θαλάσσιοι γίγαντες σιγοκαίουν το σβέρκο μου.
Χρυσοί κύκλοι στο στήθος μου.
Λιωμένα παπούτσια, σαπισμένο πάτωμα.
Ζούσα για να φύγω, ζω για να πάω.
Κάπου στο μέσον, κάτω απ' τo κύμα, πάνω από το έδαφος.
Μέσα στην τάφρο.
Η ξεσκιμένη σημαία οδηγεί.
Αδυναμία μου χρέωνε το τελευταίο τραγούδι σου.
Και δεν άντεξα , έχω να σου πω.

Με το σάκο στο χέρι ξεσκίζω μνήμες, βουτάω και γυρεύω.
Τι όμορφα που γέρνουν τα μάγουλά τους οι απέναντι.
Τι άσχημα που γέρνω και κοιμάμαι.

Δώδεκα μέρες στο νησί.
Δώδεκα ελπίδες και δώδεκα πνιγμοί.

Λίγη άμμο δώσε μου, λίγες στάχτες, λίγη πορφύρα και λίγο αίμα στο ποτήρι μου χύσε.
Και ίσως δύο χείλη υπνωτικά το βράδυ που θα λείπεις.
Και ας είναι ξένα, μη σε νοιάζει.
Και ας είμαι ξένη, μη σε νοιάζει.

Ματωμένα ιδεογράμματα σε κάτασπρο πανί.
Άραγε ο γαλαζιος θάνατος να λιώνει τις καύτρες;

Σκάλες,έξοδος.
Ήλιος, έξοδος.
Θάλασσα, έξοδος.
Α Δ Ι Ε Ξ Ο Δ Ο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου